Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2022

Ο δείκτης με το λόγο κεφαλαιοποίησης προς ΑΕΠ

 Ο λόγος κεφαλαιοποίηση χρηματιστηριακής αγοράς προς το ΑΕΠ μιας χώρας μάς δίνει έναν δείκτη της συνολικής αξίας όλων των μετοχών που διαπραγματεύονται σε μια αγορά, που διαιρείται με το ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ) της εν λόγω οικονομίας. Το αποτέλεσμα αυτού του υπολογισμού πολλαπλασιασμένο με το 100 μάς δίνει το ποσοστό του ΑΕΠ που αντιπροσωπεύει η χρηματιστηριακή αξία.

Μέσα σε αυτό το πλαίσιο, ο δείκτης κεφαλαιοποίηση προς ΑΕΠ μάς βοηθά να αναγνωρίσουμε την υποτίμηση ή υπερτίμηση μιας αγοράς στην απόσταση που τον χωρίζει από τον ιστορικό μέσο όρο του. Στην ελληνική πραγματικότητα, ο εν λόγω δείκτης μέσα στο 1999 ξεπέρασε το 170%, καταδεικνύοντας τη σημαντική υπερτίμηση της αγοράς σε σχέση με την πραγματική οικονομία εκείνη την εποχή. Από την άλλη πλευρά, το 2011 ο αντίστοιχος δείκτης υποχώρησε κάτω από το 13%, δίνοντας μια ένδειξη σημαντικά υποτιμημένων αξιών στο Χ.Α. 

Στο τέλος του 2021 ο δείκτης κεφαλαιοποίηση προς ΑΕΠ ξεπέρασε το 37%, ενώ ο μέσος όρος των τελευταίων 22 ετών έχει διαμορφωθεί ελαφρώς υψηλότερα από το 38%. Όπως φαίνεται στο γράφημα, το 37,3% του 2021 είχε να σημειωθεί από το 2007, ενώ, με βάση την τρέχουσα κεφαλαιοποίηση του Χ.Α. (12/1/2022) και το εκτιμώμενο ΑΕΠ για το 2022, ο δείκτης προσεγγίζει το 40%! Η αλήθεια είναι ότι, όσο περισσότερα χρόνια λαμβάνει ο υπολογισμός του μέσου όρου, τόσο καλύτερη είναι η προσέγγιση του βαθμού υποτίμησης/υπερτίμησης, αφού λαμβάνει υπ’ όψιν του όχι μόνο έναν, αλλά περισσότερους οικονομικούς κύκλους. Αξίζει να σημειώσουμε ότι τα υψηλά των 950 μονάδων του Γ.Δ. η αγορά δεν τα είχε δει από τον Δεκέμβριο του 2014!

Από την άλλη πλευρά, στις ΗΠΑ ο δείκτης ανέρχεται στο 195%, σημειώνοντας νέα ιστορικά υψηλά νούμερα τα τελευταία χρόνια. Υπενθυμίζεται ότι η δεύτερη υψηλότερη τιμή των τελευταίων 25 ετών ήταν το 1999, με 153%, σύμφωνα με τα στοιχεία της Παγκόσμιας Τράπεζας. Ο ιστορικός μέσος όρος των τελευταίων 22 ετών (2000-2021) για τις ΗΠΑ διαμορφώνεται στο 136%, χαρακτηρίζοντας την αγορά σημαντικά υπερτιμημένη.

Καταλήγοντας, ο δείκτης κεφαλαιοποίηση/ΑΕΠ θα πρέπει να χρησιμοποιείται πολύ προσεκτικά, δίνοντας απλώς μια ένδειξη για το αν μια αγορά είναι υποτιμημένη/υπερτιμημένη σε σχέση με τον ιστορικό της μέσο όρο. Ίσως μεγαλύτερο ενδιαφέρον έχει ο μέσος όρος της απόστασης από τον μέσο όρο του δείκτη, όπως αυτός εμφανίζεται στον πίνακα, με τα Ε.Χ. και τις ΗΠΑ να ισούνται με -4,5%, δείχνοντας έτσι την παράλληλη πορεία τους. Δηλαδή κατά μέσο όρο Ε.Χ. και ΗΠΑ διαπραγματεύονται στο -4,5% από τον δείκτη κεφαλαιοποίηση προς ΑΕΠ τα τελευταία 22 χρόνια, έναντι -30% για την Ελλάδα. Αυτό σημειώνεται παρά το γεγονός ότι ΗΠΑ και Ε.Χ. έχουν τελείως διαφορετικούς μέσους όρους! Η έκπτωση -30% που διαπραγματεύεται η Ελλάδα οφείλεται στην ελληνική κρίση και τη χαμένη δεκαετία, με το Ελληνικό Χρηματιστήριο να δικαιούται να ελπίζει στη βελτίωση της έκπτωσης σε σχέση με τον μέσο όρο ή, γιατί όχι, και τη μετατροπή του σε premium!

Αποσπάσματα από το άρθρο του Δ.Τρίγκα στο capital

Τρίτη 18 Ιανουαρίου 2022

Pfizer

 Pfizer, μια μεγάλη εταιρεία που έγινε ακόμα μεγαλύτερη με το εμβόλιο κατά του covid19. 

Ένα brand name  πασίγνωστο πλέον σε όλο τον πλανήτη. Μια εταιρεία που δίνει μέρισμα 4 φορές το χρόνο, είναι αυτά τα D που βλέπετε στο διάγραμμα. Το μέρισμα αυξάνεται κάθε χρόνο την τελευταία πενταετία, ακόμα και στην προ covid19 εποχή.

Πηγή διαγράμματος: yahoo finance

Τρίτη 4 Ιανουαρίου 2022

ΟΠΑΠ: Διπλασιάζοντας το κεφάλαιο... μέσω επανεπένδυσης

 

Ο Άλμπερτ Αϊνστάιν είναι γνωστός για τη θεωρία της σχετικότητας, ωστόσο, όσο και αν φαίνεται περίεργο, έχει αναφερθεί στη μεγάλη σημασία που έχει ο ανατοκισμός λέγοντας: "O ανατοκισμός είναι το όγδοο θαύμα του κόσμου. Αυτός που το καταλαβαίνει, το κερδίζει... Aυτός που δεν... το πληρώνει". Ο ανατοκισμός ουσιαστικά είναι η επανεπένδυση του τόκου, ενώ στις μετοχές εμφανίζεται με την επανεπένδυση του μερίσματος. Ο ΟΠΑΠ είναι η μοναδική εταιρεία στο Χ.Α. που έχει συμπεριλάβει την επανεπένδυση του μερίσματος ως επιλογή. 

Να σημειώσουμε ότι η μέση τιμή διάθεσης για την επανεπένδυση των 5 τελευταίων μερισμάτων στον ΟΠΑΠ είναι 10,53 ευρώ. Τι σημαίνει, όμως, αυτό; Για όποιον έχει προβεί στην επανεπένδυση των μερισμάτων και στις 5 διανομές, η τιμή για την οποία θα έβγαινε κερδισμένος θα ήταν 10,53 ευρώ ανά μετοχή. Ωστόσο η επανεπένδυση, εφόσον πραγματοποιείται σε κάθε διανομή μερίσματος, αυξάνει τον αριθμό των μετοχών που κατέχουμε όχι μόνο από το μέρισμα που προκύπτει από τον αρχικό αριθμό μετοχών. Κάθε φορά ο αριθμός των νέων μετοχών που λαμβάνει μέρισμα μεγαλώνει εφόσον επανεπενδύεται σε μετοχές. Αυτή είναι και η μαγεία της επανεπένδυσης. Έτσι, η τιμή της μετοχής του ΟΠΑΠ θα πρέπει να υποχωρήσει κάτω από το επίπεδο των 9,87 ευρώ ώστε ο επενδυτής που επανεπένδυε όλα του τα μερίσματα σε μετοχές από την αρχή του προγράμματος να απολέσει μέρος των χρημάτων του από την επανεπένδυση του μερίσματος!

Έτσι, λοιπόν, ένας επενδυτής που κατείχε 1.000 μετοχές ΟΠΑΠ πριν από την πρώτη επανεπένδυση μερίσματος, μετά και την τελευταία επανεπένδυση θα είχε 1.264 μετοχές. Η αποτίμηση αυτή μας δίνει 15.432 ευρώ, ήτοι μια απόδοση της τάξεως του 63%. Στην αντίθετη περίπτωση, που ο επενδυτής προτιμούσε την πληρωμή μερίσματος σε μετρητά, τότε το ποσό που θα είχε θα προσέγγιζε τα 14.815 ευρώ, ήτοι απόδοση 56,3%. Σαφέστατα, και στις δύο περιπτώσεις οι επενδυτές είναι ευχαριστημένοι, καθώς η μέση ετήσια απόδοση για τον επενδυτή με επανεπένδυση ξεπερνά το 21%, ενώ χωρίς επανεπένδυση προσεγγίζει το 19,7%.

Καταλήγοντας, δεν πρέπει να ξεχνάμε τη δέσμευση της διοίκησης για διανομή μερίσματος τουλάχιστον 1,00 ευρώ ανά μετοχή για τα επόμενα χρόνια, διαμορφώνοντας έτσι μια μερισματική απόδοση τουλάχιστον 8,5%. Ταυτόχρονα, υπολογίζοντας σύμφωνα με τον κανόνα του 72 (72 / 7,5 = 8,5), σε 8,5 χρόνια ο επενδυτής που θα επανεπενδύσει τα μερίσματα του ΟΠΑΠ (μέση μερισματική απόδοση 8,5%) θα έχει διπλασιάσει το κεφάλαιό του, χωρίς να λαμβάνεται υπ’ όψιν η μεταβολή της τιμής της μετοχής. 

Αποσπάσματα από το άρθρο του Δ.Τρίγκα από το capital.gr