Δευτέρα 13 Μαΐου 2024

Σε χαμηλό 25 ετών η προσφορά μετοχών παγκοσμίως!

Ενώ οι βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες καταρρίπτουν το ένα ιστορικό ρεκόρ μετά το άλλο στις αρχές του 2024, παρατηρείται το εξής φαινόμενο στην παγκόσμια αγορά: Μειώνεται η προσφορά των υπό διαπραγμάτευση μετοχών.

Η παγκόσμια προσφορά σε μετοχές συρρικνώνεται με τον ταχύτερο ρυθμό σε διάρκεια τουλάχιστον 25 ετών, καθώς η γεωπολιτική και οικονομική αβεβαιότητα εξακολουθεί να "φρενάρει" τις νέες δημόσιες εγγραφές, την ώρα που ολοένα και περισσότερες επιχειρήσεις επαναγοράζουν μεγάλο όγκο ιδίων μετοχών. Αυτή η μειούμενη προσφορά σε μετοχές και οι επαναγορές ιδίων μετοχών είναι ο "κρυφός" λόγος που εν μέρει τροφοδοτεί την εκρηκτική άνοδο των χρηματιστηρίων, μαζί με τις προσδοκίες για επιτοκιακές μειώσεις και τον ενθουσιασμό για την τεχνητή νοημοσύνη.


Όπως χαρακτηριστικά αναφέρουν αναλυτές της JPMorgan, τους οποίες επικαλούνται οι FT, το μεγάλο πρόβλημα σε επίπεδο ανώτατων στελεχών επιχειρήσεων είναι η έλλειψη εμπιστοσύνης. Τη στιγμή που θα έπρεπε να ισχύει το αντίθετο, καθότι όταν αυξάνονται οι μετοχές και οι οικονομίες είναι ανθεκτικές, θεωρητικά οι επιχειρήσεις θα έπρεπε να αντλούν κεφάλαια από την πώληση νέων μετοχών σε υψηλές τιμές αντί να δαπανούν μετρητά για να τις επαναγοράζουν. Ωστόσο, τα στοιχεία της JPMorgan δείχνουν ότι παγκοσμίως η προσφορά σε μετοχές έχει συρρικνωθεί κατά 120 δισ. δολάρια μέχρι στιγμής φέτος, συγκριτικά με τα 40 δισ. δολάρια που αφαιρέθηκαν πέρυσι.


Από το 2000, ο αριθμός των εισηγμένων εταιρειών στις ΗΠΑ έχει μειωθεί περισσότερο από περίπου 7.000 σε λιγότερες από 4.000, σύμφωνα με την εταιρεία δεικτών Wilshire. Αντίστοιχη είναι η τάση που παρατηρείται σε Ευρώπη και Βρετανία. Οι μικρότερες επιχειρήσεις ευελπιστούν να αντλήσουν νέα κεφάλαια, όμως προβληματίζονται για τα οικονομικά και ρυθμιστικά εμπόδια που συνοδεύουν την είσοδο στο χρηματιστήριο και γι΄αυτό στρέφονται είτε σε ιδιωτικά κεφάλαια είτε σε επιχειρηματικό κεφάλαιο (venture capital). "Πολλές από τις εταιρείες επιλέγουν να μην εισαχθούν στο χρηματιστήριο λόγω της μεγάλης αύξησης του ιδιωτικού μετοχικού κεφαλαίου", αναφέρει ο Ντέιβιντ ΜακΓκραθ, στρατηγικός αναλυτής της Oakworth Capital Bank στην Αλαμπάμα. "Εάν άλλωστε κάποιος θέλει να ενισχύσει τα κέρδη ανά μετοχή, είναι ευκολότερο να κάνει επαναγορά ιδίων μετοχών", συμπληρώνει.


Τα υψηλότερα του αναμενομένου κέρδη έχουν ωθήσει τις επιχειρήσεις και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού σε επαναγορές ιδίων μετοχών με εντυπωσιακό ρυθμό φέτος και αυτή η διαδικασία προσφέρει αξία στις μετοχές. Οι εισηγμένες στο δείκτη S&P 500 επιχειρήσεις αναμένεται να επαναγοράσουν φέτος ιδίες μετοχές αξίας 885 δισ.δολαρίων, νούμερο αυξημένο κατά 10% σε σχέση με το 2023, παρότι είναι 4% χαμηλότερο από το επίπεδο ρεκόρ του 2022, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας δεικτών S&P Dow Jones.

Aναφέρεται χαρακτηριστικά το παράδειγμα της Meta, του μητρικού ομίλου του Facebook, που ανακοίνωσε επαναγορές αξίας 50 δισ. δολαρίων, από τις μεγαλύτερες στην αμερικανική ιστορία, σύμφωνα με στοιχεία της εταιρείας ερευνών Birinyi Associates. "Παρά το γεγονός ότι οι βασικοί χρηματιστηριακοί δείκτες έχουν καταρρίψει αλλεπάλληλα ιστορικά υψηλά, οι μετοχές πολλών εταιρειών εξακολουθούν να υποαποδίδουν και ως εκ τούτου επαναγοράζουν τις μετοχές τους και αυτό είναι μία ένδειξη ότι οι συγκεκριμένες εταιρείες βλέπουν καλή αξία στις μετοχές τους", αναφέρει ο διευθυντής έρευνας της Birinyi.

Ωστόσο, ενώ οι επαναγορές ιδίων μετοχών μαζί με τις καταβολές μερισμάτων στηρίζουν τις μετοχές, μπορεί να λειτουργήσουν ως τροχοπέδη στην ανάπτυξη της επιχειρηματικότητας και της ανταγωνιστικότητας. Και αυτό, γιατί κέρδη που θα μπορούσαν να δαπανηθούν για την έρευνα, την ανάπτυξη, τη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας, την αύξηση των μισθών των εργαζομένων, δίδονται για τον πλουτισμό των μετόχων και των επενδυτών. Η τεράστια ώθηση που δίδουν οι πρακτικές αυτές στις μετοχές έχει κάνει κάποιους επικριτές να υποστηρίζουν ότι η Wall Street στο σύνολό της έχει αποσυνδεθεί από την πραγματική οικονομία, κάτι που παρατηρείται όχι μόνο στις ΗΠΑ αλλά σε ολόκληρο τον κόσμο. Υπό αυτές τις συνθήκες, εάν ξαφνικά σταματήσουν οι επαναγορές, θα μπορούσε να αντιστραφούν το κλίμα αισιοδοξίας και οι πηγές ρευστότητας πίσω από την άνοδο των μετοχών.


Πηγή: insider

Σάββατο 4 Μαΐου 2024

Ο "νέος" κόσμος του χρυσού

Παραδοσιακά, οι επενδυτές στρέφονται στο ασφαλές καταφύγιο του χρυσού σε περιόδους γεωπολιτικής έντασης και χρηματοοικονομικών κρίσεων, αλλά και για να θωρακιστούν απέναντι στον υψηλό πληθωρισμό. Και επειδή αποτιμάται σε δολάρια, η αξία του πολύτιμου μετάλλου μειώνεται όταν το νόμισμα ενισχύεται. Ωστόσο, πέρυσι και φέτος η τιμή του χρυσού αυξάνεται με αμείωτο ρυθμό, παρά την άνοδο των επιτοκίων, καταρρίπτοντας μάλιστα τους τελευταίους μήνες αλλεπάλληλα ρεκόρ, παρότι ο πληθωρισμός έχει περιοριστεί.

Υπάρχει όμως ένα βασικό ερώτημα που φαίνεται να έχουν θέσει εδώ και καιρό οι κεντρικές τράπεζες κορυφαίων αναπτυσσόμενων χωρών: «Θέλουμε να έχουμε όλο το ενεργητικό μας επενδεδυμένο σε αμερικανικά ομόλογα;». Και αυτό ακριβώς είναι που κινεί τα νήματα και κάνει τις κεντρικές τράπεζες να αγοράζουν μαζικά χρυσό.

Η Κίνα αγόρασε το 2023 περισσότερους από 223 τόνους χρυσού και συνεχίζει ως έναν τρόπο διαφοροποίησης των αποθεμάτων της από αμερικανικά κρατικά ομόλογα. Το ίδιο συμβαίνει και με άλλες αναπτυσσόμενες χώρες που βλέπουν τον χρυσό ως μέσο αποθήκευσης αξίας έξω από ένα χρηματοπιστωτικό σύστημα το οποίο πλέον δεν εμπιστεύονται. Αναμφίβολα, οι κεντρικές τράπεζες βλέπουν κάτι να έρχεται μέσα σε μία «φούσκα» χρέους και επανατοποθετούνται. Το ερώτημα είναι εάν θα «σπάσουν» την παντοδυναμία του δολαρίου.


Πηγή: naftemporiki