Τα υψηλά επίπεδα χρέους, είτε σε ατομικό, εταιρικό ή εθνικό επίπεδο, μπορούν να δημιουργήσουν μια πληθώρα προβλημάτων όπως:1. Πληρωμές τόκων: Το πιο άμεσο ζήτημα με το υψηλό χρέος είναι το κόστος των τόκων. Αυτές οι πληρωμές μπορούν να εκτρέψουν τα κεφάλαια μακριά από πιο παραγωγικές χρήσεις, όπως επενδύσεις σε επιχειρήσεις ή υποδομές. Για τα άτομα, οι πληρωμές χρέους με υψηλά επιτόκια μπορούν να τους εμποδίσουν να αποταμιεύσουν ή να επενδύσουν για το μέλλον.
2. Μειωμένη οικονομική ευελιξία: Οι υποχρεώσεις χρέους μπορούν να μειώσουν την ικανότητα προσαρμογής στις μεταβαλλόμενες συνθήκες. Για παράδειγμα, εάν μια εταιρεία έχει πολλά χρέη, μπορεί να μην έχει τους πόρους για να επενδύσει σε νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες, έρευνα και ανάπτυξη ή απόκτηση ταλέντων.
3. Κίνδυνος χρεοκοπίας: Εάν ο οφειλέτης δεν μπορεί να πραγματοποιήσει τις απαιτούμενες πληρωμές, μπορεί να χρειαστεί να κηρύξει πτώχευση. Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει σε απώλειες θέσεων εργασίας, ρευστοποίηση περιουσιακών στοιχείων και αρνητικό αντίκτυπο στα πιστωτικά αποτελέσματα, καθιστώντας πιο δύσκολο και δαπανηρό τον δανεισμό στο μέλλον.
4. Οικονομική αστάθεια: Σε εθνικό επίπεδο, το υψηλό δημόσιο χρέος μπορεί να οδηγήσει σε οικονομική αστάθεια. Εάν οι επενδυτές χάσουν την εμπιστοσύνη τους στην ικανότητα μιας χώρας να αποπληρώνει τα χρέη της, μπορεί να απαιτήσουν υψηλότερα επιτόκια για να αντισταθμίσουν τον αυξημένο κίνδυνο, γεγονός που μπορεί να επιδεινώσει το πρόβλημα του χρέους. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε μια καθοδική σπείρα, που δυνητικά θα κορυφωθεί σε μια κρίση δημόσιου χρέους.
5. Πληθωρισμός: Οι κυβερνήσεις μπορεί να μπουν στον πειρασμό να διογκώσουν το χρέος τους αυξάνοντας την προσφορά χρήματος, αλλά αυτό μπορεί να οδηγήσει σε πληθωρισμό ή ακόμη και σε υπερπληθωρισμό, ο οποίος διαβρώνει την αξία του χρήματος και μπορεί να είναι ιδιαίτερα επιβλαβής για τους αποταμιευτές.
6. Υπέρβαση χρέους: Αυτό συμβαίνει όταν το επίπεδο του χρέους είναι τόσο υψηλό που οι πιθανοί δανειστές ή οι επενδυτές αναμένουν τα μελλοντικά έσοδα να εξυπηρετούν κυρίως το χρέος. Αυτό μπορεί να αποτρέψει νέες επενδύσεις και να επιβραδύνει την οικονομική ανάπτυξη, δημιουργώντας έναν φαύλο κύκλο που μπορεί να είναι δύσκολο να σπάσει.
7. Μειωμένες δημόσιες δαπάνες: Για τις χώρες, το υψηλό χρέος μπορεί να σημαίνει λιγότερα διαθέσιμα χρήματα για τις δημόσιες δαπάνες, καθώς περισσότερα έσοδα πρέπει να διατεθούν για την εξυπηρέτηση του χρέους. Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε περικοπές στις κοινωνικές υπηρεσίες, την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση, αυξάνοντας ενδεχομένως την ανισότητα και τη φτώχεια.
8. Εξάρτηση από ξένο κεφάλαιο: Οι χώρες με υψηλά επίπεδα εξωτερικού χρέους ενδέχεται να εξαρτώνται υπερβολικά από ξένα κεφάλαια, γεγονός που μπορεί να τις καταστήσει πιο ευάλωτες στις παγκόσμιες οικονομικές διακυμάνσεις και ενδεχομένως να θέσει σε κίνδυνο την οικονομική τους κυριαρχία.
9. Κόστος ευκαιρίας: Τα χρήματα που χρησιμοποιούνται για την εξυπηρέτηση του χρέους θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν αλλού, όπως επενδύσεις σε υποδομές, επιχειρήσεις ή εκπαίδευση. Αυτό το κόστος ευκαιρίας μπορεί να εμποδίσει την οικονομική ανάπτυξη και ανάπτυξη.
Αυτά είναι μερικά μόνο από τα πιθανά προβλήματα που σχετίζονται με τα υψηλά επίπεδα χρέους. Οι συγκεκριμένες επιπτώσεις μπορεί να ποικίλλουν ευρέως ανάλογα με το πλαίσιο, συμπεριλαμβανομένων των προοπτικών εισοδήματος και ανάπτυξης του οφειλέτη, των όρων και προϋποθέσεων του χρέους και του συνολικού οικονομικού περιβάλλοντος
Οι αυξήσεις των επιτοκίων κορυφώνουν τους κύκλους χρέους και οδηγούν στη συρρίκνωση των πιστώσεων. Σε κάθε κύκλο χρέους οι τομείς που βρίσκονται σε κατάσταση υπερβολής είναι διαφορετικοί. Υπερβολή σημαίνει μια κατάσταση «φούσκας» όπου μεγάλος αριθμός περιουσιακών στοιχείων έχει αγοραστεί με δανεικά χρήματα λόγω χαμηλών επιτοκίων του παρελθόντος, και οι τιμές τους έχουν αυξηθεί πάρα πολύ, λόγω της μεγάλης ζήτησης που δημιουργήθηκε από την αγορά με δανεικά κεφάλαια.
Το παγκόσμιο δημόσιο χρέος έφθασε σε σχεδόν ρεκόρ $100 τρις το 2024. Με παγκόσμιο ΑΕΠ στα 110 τρις, και οι ΗΠΑ με δημόσιο χρέος 35 τρις να έχουν1/3 του παγκοσμίου δημόσιου χρέους. Ο συνδυασμός υψηλών επιπέδων χρέους και αυξανόμενων επιτοκίων έχει ωθήσει στα ύψη το κόστος εξυπηρέτησης του χρέους, προκαλώντας ανησυχίες σχετικά με τη χρήση μόχλευσης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Επομένως, ενώ ο δανεισμός μπορεί να δημιουργήσει προοπτικές ανάπτυξης, θα πρέπει να αντιμετωπίζεται με προσοχή και να υπάρχει ένα σαφές σχέδιο αποπληρωμής.
Έρχεται ένα δύσκολο περιβάλλον για τα νοικοκυριά, τις επιχειρήσεις, τις τράπεζες και τις κυβερνήσεις διότι όπως αποδεικνύουν τα δεδομένα έχουμε εμφάνιση στασιμοπληθωρισμού, ο πληθωρισμός αναζωπυρώνεται, οι οικονομίες δυσκολεύονται και η ανεργία αρχίζει να αυξάνεται. Στην περίπτωση αυτή το κλασικό μέτρο αύξησης των επιτοκίων για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, δημιουργεί δυσκολότερες συνθήκες στην οικονομία και θα φέρει υψηλότερη ανεργία. Τα παραπάνω σε συνδυασμό με το υψηλό ποσοστό χρέους (πάνω από το τριπλάσιο του παγκόσμιου ΑΕΠ) θα δημιουργήσει πολλαπλούς κινδύνους στις τράπεζες και αδυναμία στις κυβερνήσεις να βρουν χρήματα να καλύψουν τις ανάγκες τους.
Οι χώρες πλέον έχουν το δίλημμα πως θα ιεραρχήσουν τους περιορισμένους πόρους που έχουν. Υπάρχουν ταυτόχρονα ανάγκες για επενδύσεις στην πράσινη οικονομία, στους αμυντικούς εξοπλισμούς, στην τεχνητή νοημοσύνη, στην αναδιάρθρωση των παραγωγικών μονάδων, στην αντιμετώπιση των φυσικών καταστροφών, στην κάλυψη των δημοσιονομικών ελλειμμάτων, στην αύξηση των ποσών για πληρωμή των τόκων των υπαρχόντων δανείων καθώς τα επιτόκια έχουν τετραπλασιαστεί την τελευταία τετραετία, ο υψηλός πληθωρισμός εξανεμίζει την αγοραστική δύναμη των καταναλωτών και χρειάζονται κρατικές ενισχύσεις.
Και όλα αυτά συμβαίνουν σε ένα περιβάλλον όπου, οι κυβερνήσεις δεν μπορούν πλέον να «εκτυπώνουν χρήμα» μέσω ποσοτικής χαλάρωσης κλπ., διότι τροφοδοτείται περαιτέρω ο πληθωρισμός, δεν μπορούν να δανείζονται διότι είναι ήδη υπερχρεωμένες, δε συμφέρει να δανείζονται καθώς τα πολύ χαμηλά ή και μηδενικά επιτόκια των τελευταίων 20 ετών δεν υπάρχουν πλέον (τα επιτόκια των κρατικών ομολόγων έχουν τετραπλασιαστεί μετά το 2020), υπάρχουν σημαντικές γεωπολιτικές ανακατατάξεις και θέματα ενεργειακής ασφάλειας κυρίως από χώρες που σχεδιάζουν να ξαναγίνουν αυτοκρατορίες, όπως Τουρκία, Ιράν, Ρωσία, Κίνα, κλπ., και τέλος οι περισσότερες οικονομίες βρίσκονται σε στασιμοπληθωρισμό ή ύφεση, εξαιτίας της αντιμετώπισης του πληθωρισμού, οπότε δεν μπορεί να βρεθεί νέο χρήμα μέσω των φόρων από την αύξηση του ΑΕΠ.
Επί πλέον χώρες που χρησιμοποιούν ενέργεια από άνθρακα (π.χ. στην Κίνα πάνω από το 60% της ενέργειας της παράγεται από άνθρακα), παράγουν πολύ φθηνότερα τα προϊόντα τους, ρυπαίνοντας ανεξέλεγκτα το περιβάλλον, και κατακλύζουν με φθηνά προϊόντα τις χώρες που προσπαθούν να μεταβούν στην πράσινη οικονομία. Οι χώρες αυτές εκτός από το τεράστιο κόστος των επενδύσεων προς την πράσινη οικονομία, αντιμετωπίζουν τεράστιες εκροές χρημάτων από τα εμπορικά ελλείμματα εξ αιτίας ότι δεν μπορούν να ανταγωνιστούν τα φθηνά προϊόντα των ρυπογόνων χωρών (το 2023 το εμπορικό έλλειμμα ΗΠΑ, ΕΕ μόνο με την Κίνα ήταν $280 και $290 δις αντίστοιχα). Χρειάζονται πλέον πολύ εμβληματικές ηγεσίες για την αντιμετώπιση των πολύπλοκων προβλημάτων.
*Ο Γιώργος Ατσαλάκης είναι Οικονομολόγος, Αναπληρωτής Καθηγητής Πολυτεχνείου Κρήτης Εργαστήριο Ανάλυσης Δεδομένων και Πρόβλεψης